09 Ιουλίου 2025

Αλληλεγγύη στο Ανοιχτό Αναγνωστήριο Αλεξανδρούπολης


 

Τις τελευταίες εβδομάδες έχει ξεκινήσει ένας τεράστιος αγώνας υπεράσπισης του Ανοιχτού Αναγνωστηρίου, μετά από την πρόσφατη εντολή του πρύτανη του ΔΠΘ για εκκένωση του χώρου και «αξιοποίησή του» με άλλους τρόπους. Εμείς πολύ καλά ξέρουμε ότι τέτοιες «αξιοποιήσεις» δε σημαίνουν παρά οικονομική εκμετάλλευση προς όφελος της διοίκησης και των ιδιωτικών συμφερόντων που η ίδια εξυπηρετεί και που λυμαίνονται τους φοιτητικούς χώρους. Έχουμε δει αμέτρητα τέτοια παραδείγματα, τόσο στο Ρέθυμνο όσο και σε άλλα πανεπιστήμια, αλλά έχουμε δει και το πανηγύρι προπαγάνδας που στήνεται κάθε φορά που κάποιος επιβουλεύεται έναν τέτοιο ανοιχτό δημόσιο χώρο αγώνα.

Παρ’ όλα αυτά, το Αναγνωστήριο έχει στο πλευρό του μεγάλο μέρος της κοινωνίας της Αλεξανδρούπολης (και όχι μόνο) που το θέλει ανοιχτό. Τι είναι για τους ανθρώπους του το Αναγνωστήριο; Χώρος έκφρασης και δημιουργίας, καλλιτεχνικής δραστηριότητας, πολιτικής και πολιτιστικής ζύμωσης, προσφοράς και αλληλεγγύης σε καταπιεσμένες ομάδες, χώρος συνάντησης, χώρος ελευθερίας και δημιουργίας αδιαμεσολάβητων από το κέρδος σχέσεων και σίγουρα πολλά ακόμα. Οι άνθρωποι του Αναγνωστηρίου το κράτησαν ανοιχτό αυτά τα 10 χρόνια, συντήρησαν το κτίριο χωρίς καμία βοήθεια από το πανεπιστήμιο, έδρασαν και δημιούργησαν και εμείς μαζί τους φέτος γιορτάσαμε όλα αυτά που έχουν κατακτήσει. Κανείς δεν πρόκειται να μας πάρει αυτά που ήδη έχουν κερδηθεί. Είμαστε μαζί σε αυτόν τον αγώνα ενάντια στην εξάπλωση της ασφυξίας!

Ως Διαχειριστική Συνέλευση του Στεκιού Πολιτιστικών Ομάδων στο Ρέθυμνο, βρισκόμαστε δίπλα στο Αναγνωστήριο. Μοιραζόμαστε κοινά προτάγματα και κοινούς αγώνες και χαιρόμαστε να συντροφεύουμε -από τις δύο άκρες της χώρας- τα κοινά μας όνειρα για τη δημιουργία και συντήρηση ενός χώρου ισότιμης συλλογικοποίησης.

Τα πανεπιστήμια και οι χώροι τους ανήκουν στην κοινωνία! Και η κοινωνία είμαστε εμείς!

 

Ανοιχτή Διαχειριστική Συνέλευση Στεκιού Πολιτιστικών Ομάδων (Ρέθυμνο)

19 Μαρτίου 2025

Τέχνη: Από το Εμπόρευμα στην πραγματική αδιαμεσολάβητη Δημιουργία και τη Σχέση

 



“Όπως τα υπόγεια νερά βρίσκουν μια ρωγμή και αναβλύζουν,
έτσι και η πηγή δεν μπορεί να υπερηφανεύεται ότι το νερό της ανήκει.

Το ίδιο και το συμπαντικό ποτάμι της δημιουργίας, απλά βρίσκει ρωγμές
από τα κεφάλια κάποιων και αναβλύζει.”

Θανάσης Παπακωνσταντίνου.

(Απόσπασμα από το ντοκιμαντέρ “Στα κέρατα του ταύρου” 2007)

Τι εννοούμε όταν λέμε τη λέξη τέχνη;

Θα μπορούσε να είναι η δεξιοτεχνία του χεριού με την επέκταση ενός πινέλου, μιας κάμερας, μιας γραφίδας ή μιας πένας. Η ικανότητα να περιγράφεις με λέξεις ένα συναίσθημα, να συνδυάζεις εικόνες, κινήσεις, ήχους. Να λαξεύεις την πέτρα, το μάρμαρο, τον πάγο· να κινείς το σώμα σου αρμονικά, να μπορείς να παράγεις φωνή πάνω σε νότες, να αποθανατίζεις, να περιγράφεις, να εννοείς. Τέχνη, όμως, θα ήταν και να χτίζεις, να οικοδομείς, να επισκευάζεις, να εμπνέεις, να εφευρίσκεις ή ακόμα και να υπολογίζεις. Επιπρόσθετα, τέχνη θα μπορούσε να είναι και το να μιλήσεις, να παρατηρήσεις, αλλά σίγουρα και το να σωπάσεις ή να βρεθείς σε ακινησία. Ίσως, αυτή η λίστα να μην τελειώνει ποτέ. Οτιδήποτε εκφράζει, δηλαδή οτιδήποτε συνδέει, οτιδήποτε περιέχει νόημα και ουσία που μπορεί να συντονίσει κύτταρα, μπορεί και να νοηθεί ως τέχνη.

Κατά συνέπεια, τέχνη για εμάς είναι η ίδια η ζωή. Είναι το κοσμικό ποτάμι - αυτή η ενέργεια - που περιγράφεται πολύ όμορφα στην παραπάνω φράση. Ένα ποτάμι από κοσμική ουσία, καθόλου μεταφυσική, καθόλου απόμακρη, καθόλου φανταστική. Ένας υπόγειος χείμαρρος φτιαγμένος από τα δάκρυα, τον ιδρώτα του κόπου μας, τις επιθυμίες, τις ανάγκες, τους πόθους μας. Όλο το ουσιώδες μέρος της συλλογικής διαδικασίας που διαπερνά όλα τα έμψυχα και άψυχα συστατικά του κόσμου, και που τελικά συντείνει σε αυτόν τον λόγο για τον οποίο η ύπαρξη αποκτά νόημα για μας και περιεχόμενο.

Η τέχνη, λοιπόν, από αυτή την οπτική δεν μπορεί παρά να είναι μέρος του διαρκούς συλλογικού υποκειμένου, το οποίο βρίσκεται σε μια συνεχή δυναμική αλληλεπίδραση. Μια αλληλεπίδραση που, αν δεν υπήρχε, δε θα υπήρχαν μαζί της και τα ίδια τα εργαλεία της έκφρασης, τα οποία αποτελούν κώδικα επικοινωνίας. Με εργαλεία τη  φαντασία, τη δημιουργικότητα, την ηθική και την αισθητική κατασκευή, οικοδομούμε πρώτα απ’ όλα τη σχέση, και με αφορμή αυτή, παράγουμε την πραγματικότητα στο σύνολό της.

Ως εκ τούτου, και εμείς στο στέκι πολιτιστικών ομάδων κοινωνούμε αυτή τη συνείδηση και καλλιεργούμε μια παράδοση η οποία θέτει ως επίκεντρο τη σχέση και τη συλλογική διαδικασία. Μια διαδικασία δηλαδή, που αποτελεί κρίκο στην αδιάκοπη αλυσίδα του παρελθόντος και του μέλλοντος.

Ιδανικά, ένας κόσμος μέσω του οποίου θα μπορούσαμε να εικονίσουμε αυτή την οπτική όπως την περιγράφουμε ως τώρα και να μας την καθρεφτίσει, ίσως και να μην είχε καν αυτήν την ανάγκη. Ένας κόσμος δηλαδή, στον οποίο όλα αυτά που λέμε θα ήταν εύκολα κατανοητά, θα μπορούσε να ήταν κι ένας κόσμος που δε θα τα είχε διόλου ανάγκη. Στον σύγχρονο καπιταλισμό όμως, όλα κατά βάση παρουσιάζονται ανεστραμμένα.

Τα περιεχόμενα της τέχνης αντί να είναι το υπέδαφος για τη θεμελίωση μιας ουσιώδους πραγματικότητας, μας εμφανίζονται σαν εξωγενείς και εξέχουσες μορφές, που κατάγονται, αλλά και κατευθύνονται από και προς κάποια μοναδική ελίτ. Η τέχνη δηλαδή στον καπιταλισμό παίρνει τη μορφή προνομίου για όσους έχουν τον χρόνο και το χρήμα να την καταναλώσουν, επιφορτίζεται με αντίτιμο και γίνεται εμπόρευμα, ενώ παράλληλα στρατεύεται με την πλευρά της κυριαρχίας και εξυπηρετεί τους σκοπούς της συντήρησης και της αναπαραγωγής της.

Η μαζική κουλτούρα είναι αυτή που απευθύνεται στον κόσμο, με ύφος απολογητικό για το υπάρχον, ενώ οι καλλιτέχνες και οι δημιουργοί, διαχωρίζονται από το σύνολο και παρουσιάζονται ως μονάδες που φέρουν την καλλιτεχνική φύση και τάση. 

Η τέχνη έτσι, αρχικά απαλλοτριώνεται από τα χέρια της συλλογικής συνείδησης και στη συνέχεια γίνεται όπλο της εξουσίας αφού κατακερματίζεται μέσα από μια κυρίαρχη θέση για την ιδιοκτησία, στην οποία προσωποποιείται και  τελικά “ανήκει στον καλλιτέχνη”, όπως όλα τα άλλα υλικά αγαθά και εμπορεύματα. Μια πραγματικότητα δηλαδή, στην οποία ιδιωτικοποιούνται και εξατομικεύονται εκφάνσεις της ανθρώπινης αισθητικής δραστηριότητας, που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της διαχρονικής, οριζόντιας και συλλογικής βιωματικής επεξεργασίας. Εταιρίες και εμπορευματικά συμφέροντα βιομηχανοποιούν τον αισθητικό κόσμο και τον μετατρέπουν σε εμπόρευμα που είναι ικανό να τυποποιηθεί και να παραχθεί μαζικά.

Όλοι μας μεγαλώσαμε σε αυτόν τον κόσμο, όπου αναγκαστικά κυρίως καταναλώνουμε αυτό το προϊόν που νοείται ως τέχνη. Ο καταναλωτικός τρόπος μας απομακρύνει από τη φυσική μας σχέση με τη συλλογική αισθητική δημιουργία, καθώς αλλοτριώνει τη σχέση μας με τον ίδιο μας τον εαυτό. Η τέχνη τελικά μας επιστρέφει ως κάτι τελείως αποξενωμένο, που παρ’ ότι έχουμε συμμετάσχει ως συλλογικά υποκείμενα στη δημιουργία του, τώρα μας παρουσιάζεται ως κάτι ξένο που χρειάζεται να το αγοράσουμε για να μπορέσουμε να ταυτιστούμε, να κλάψουμε, να γελάσουμε με αυτό. Αυτή η διαμεσολάβηση λοιπόν, πέρα από το να λειτουργεί αποξενώνοντας μας από τον εαυτό μας, λειτουργεί και προς την αποξένωση μεταξύ μας. 

Το ποτάμι της τέχνης, θα μπορούσε να είναι το όχημά πάνω στο οποίο θα διανύσουμε την απόσταση από το εγώ στο εμείς. Ένας τρόπος να σχετιστούμε με τα πανανθρώπινα βιώματα, τον πόνο, τη χαρά και τα ανθρώπινα πάθη.

Κόντρα στον ζόφο και την αποξένωση λοιπόν, οραματιζόμαστε τις πολιτιστικές ομάδες του στεκιού και τη σχέση μας με την τέχνη όσο πιο αδιαμεσολάβητα γίνεται. Αναλαμβάνουμε διαρκώς την πιο πολιτική και ρηξιακή θέση που μπορούν να πάρουν οι άνθρωποι σήμερα, δηλαδή τη ριζική συσχέτιση με τη ζωή, τη συλλογική δράση, τη συλλογική δημιουργία. Η τέχνη βρίσκεται στα έγκατα της γης, στις ρίζες του συλλογικού μας εαυτού και πάνω σε αυτό το δέντρο που αναπόφευκτα μεγαλώνει και προχωρά με την ιστορία, εμείς προσπαθούμε να συναντιόμαστε.

Προσπαθούμε να ζυμωνόμαστε με οριζόντιους όρους, με ισοτιμία, χωρίς την καθετότητα που επιβάλλει ο ιεραρχικός τρόπος κοινωνικής οργάνωσης. Προσπαθούμε να βρίσκεται η δημιουργικότητα και η φαντασία μας έξω από τις επιταγές της θεαματικότητας και της κατανάλωσης, έτσι ώστε να μπορούμε να νιώθουμε ελεύθερα να δημιουργήσουμε οτιδήποτε μας κατέβει, χωρίς να σκεφτούμε εάν αυτό υποτάσσεται στη λογική της αγοράς και θα πουλήσει ή εάν αυτό συντάσσεται με ό, τι ζητά το αφεντικό ή το κοινό. 

Μπορούμε να συζητάμε, να φανταζόμαστε, να πράττουμε αδιαμεσολάβητα, βάζοντας στο επίκεντρο την επιστροφή στο συλλογικό υποκείμενο. Η επιμονή μας γύρω από τη συλλογικοποίηση προκύπτει από την ανάγκη να εναντιωθούμε στο σύστημα που μας επιβάλει τον ανταγωνισμό, τον καταναλωτισμό και τον εξατομικευμένο τρόπο προσέγγισης της ζωής, του εαυτού και των σχέσεων.   

Δεν υπάρχουν καλλιτέχνες, ούτε ειδικοί. Τέχνη είναι η ζωή, η σχέση, οι επιθυμίες μας. Ζήτω η ζωή!

Ανοιχτή Διαχειριστική Συνέλευση Στεκιού Πολιτιστικών Ομάδων

 

11 Νοεμβρίου 2024

Η δημιουργία δεν μπαίνει σε κλουβί, δε βγαίνουμε απ’ το Στέκι ό,τι κι αν συμβεί!

 



Στις 5/11, με αφορμή την ανάγκη επικοινωνίας των χρόνιων διεκδικήσεων των Πολιτιστικών Ομάδων (Π.Ο.), παρευρεθήκαμε σε συνάντηση με τη νέα Αντιπρύτανη Διοικητικών Υποθέσεων και Φοιτητικής Μέριμνας του Π.Κ., Σοφία Σχίζα. Από την αρχή της συζήτησης, επιχείρησε να καταστήσει σαφή την αυταρχικότερη στάση με την οποία πλέον η διοίκηση του Πανεπιστημίου επιλέγει να μας αντιμετωπίζει. Συγκεκριμένα, με θράσος και με γλώσσα που αποκαλύπτουν τη στοχοπροσήλωση που έχει στον ρόλο της, μας δήλωσε ότι η διοίκηση του πανεπιστημίου θα έχει ξεκάθαρα παρεμβατικό και ελεγκτικό ρόλο στη δράση και τον συντονισμό των ομάδων. Επιπλέον, μας ανέφερε ότι ούτε λίγο ούτε πολύ αποτελούμε «βιτρίνα του Πανεπιστημίου προς τα έξω», δίνοντάς μας να καταλάβουμε ότι πρέπει να καταστρατηγηθεί ο μέχρι τώρα ανεξάρτητος χαρακτήρας των ομάδων.

Αυτό που βιώσαμε σε αυτόν τον εριστικό και παρατεταμένο μη συμπεριληπτικό μονόλογο ήταν απαξίωση, τρομοκρατία και αλαζονεία. Ελάχιστα ασχολήθηκε με το πραγματικό περιεχόμενο των αιτημάτων μας και αυτό σε μια προφανή προσπάθεια να τοποθετήσει εκείνη την κουβέντα σε ό, τι αφορούσε μονάχα τις επιδιώξεις της. Στην κορύφωση αυτής της ρητορικής, μας ζητήθηκε να παραδώσουμε τα υλικά των ομάδων και να εκκενώσουμε τον χώρο του Στεκιού των Πολιτιστικών. Επικαλέστηκε την θυροκολλημένη σε εμάς -από αρχές Αυγούστου- εντολή εκκένωσης, μιας και το κτίριο είχε κριθεί ακατάλληλο από την ίδια υπηρεσία που δεν είχε φροντίσει να το συντηρήσει. Επιπλέον, μας ανακοίνωσε ότι, μετά το πέρας της συζήτησης, θα ερχόταν αυτοπροσώπως στο Στέκι για να επιθεωρήσει, να καταγράψει και να παραλάβει το υλικό, ακόμα και χωρίς τη συναίνεσή μας. Μετά την άκαμπτη στάση της και, αφού αγνόησε όσα είχαμε να πούμε ή όσα αντιπροτείναμε, επισκέφθηκε πράγματι τον χώρο μαζί με μια υπάλληλο της υπηρεσίας. Ωστόσο, μέλη των ομάδων που βρίσκονταν ήδη εκεί υπερασπίστηκαν τον χώρο, και παρά την ένταση που προσπάθησε να καλλιεργήσει, τελικά αποχώρησε άπραγη.

Στην ουσία, αυτή τη στιγμή, το πανεπιστήμιο θεωρεί δική μας ευθύνη να εκκενώσουμε έναν χώρο, του οποίου την ύπαρξη και τη συντήρηση έχει το ίδιο πρωτίστως αγνοήσει τα τελευταία 7 χρόνια που βρισκόμαστε εδώ. Η χαρακτηριστική φράση της αντιπρυτάνισσας ότι «το στέκι αποτελεί το μεγαλύτερο αγκάθι για το πανεπιστήμιο στο Ρέθυμνο», συμπυκνώνει την αποποίηση της ευθύνης του ιδρύματος να εξασφαλίσει έναν κατάλληλο χώρο για τις π.ο. και τη μετακύλησή της στις ίδιες τις ομάδες. Την ίδια στιγμή που το πανεπιστήμιο αμφισβητεί την θεσμικά κατοχυρωμένη ύπαρξη των ομάδων, δεν έχει μεριμνήσει να εκπληρώσει την υποχρέωσή του να παρέχει ένα φοιτητικό στέκι. Αυτή η αντιστροφή της πραγματικότητας δημιουργεί μια συνθήκη κατ’ επείγοντος, που παρουσιάζει την επίλυση του προβλήματος σαν κάτι που βαραίνει εμάς, ενώ το ίδιο το κράτος (θεσμός) είναι υπεύθυνο για την πρόκλησή του. 

Αξίζει, ωστόσο, να επισημανθεί πως το συγκεκριμένο περιστατικό αναδεικνύει μια συνολική αντιδραστική τάση και συντηρητικοποίηση του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος, επισφραγίζοντας την κατάργηση του ασύλου, η οποία στοχεύει στη συστηματική καταστολή της φοιτητικής αυτενέργειας και των ανεξάρτητων φωνών εντός του πανεπιστημίου. Αυτή η συστηματική προσπάθεια αποτυπώνεται σε πανελλαδικό επίπεδο στις εκκενώσεις φοιτητικών στεκιών και στον περιορισμό ελεύθερων χώρων εντός πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, έχοντας ως στόχο την εξάλειψη της πιο ριζοσπαστικής πλευράς του φοιτητικού κινήματος. Παραδείγματα αποτελούν η εκκένωση χώρων όπως το ιστορικό κτίριο Γκίνη για τη δημιουργία πολιτιστικού χώρου από το ίδρυμα Ωνάση, η παρουσία αστυνομίας στα campus, καθώς και τα χτυπήματα σε καταλήψεις και αυτοδιαχειριζόμενους χώρους, όπως το στέκι Primavera, το κυλικείο της Ιατρικής ΑΠΘ, το Στέκι Πολυτεχνείου Κρήτη κ. Συχνά, η καταστολή είναι άμεση, ενώ άλλοτε φοράει τον μανδύα της «αναβάθμισης» των χώρων, όταν αυτοί μπορούν να γίνουν αντικείμενο εκμετάλλευσης από το ιδιωτικό κεφάλαιο. Ενδεικτικό παράδειγμα, η πτώση του ασανσέρ των εστιών του ΑΠΘ, σε στιγμή που κανείς δεν βρισκόταν μέσα, γεγονός το οποίο μετά τις κινητοποιήσεις και τις αντιδράσεις που πυροδότησε, οδήγησε σε συλλήψεις φοιτητριών μέσα στον χώρο του πανεπιστημίου.

Εδώ όμως δεν πρέπει να παραλείψουμε να πούμε το εξής: η κατάσταση που πάει να εδραιωθεί στα πανεπιστήμια, αποτελεί μόνο μία πτυχή της ευρύτερης, συντονισμένης επίθεσης που εξαπολύει το κράτος σε όλα τα κοινωνικά πεδία, διαμορφώνοντας μια συνθήκη διαρκούς καταπίεσης και βαρβαρότητας. Η συνθήκη αυτή εκδηλώνεται άλλοτε ως άμεση βία και καταστολή, και άλλοτε μέσω της απαξίωσης των ζωών μας, με την ακρίβεια, την εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης, την κατάρρευση των δημόσιων δομών, την τουριστικοποίηση, την αύξηση των ενοικίων καθώς και τη λεηλασία της γης. Ακόμη και το πανεπιστήμιο λειτουργεί ως επιχείρηση, ανακαινίζοντας τους ιδιόκτητους χώρους του και μετατρέποντάς τους σε ξενοδοχεία ενοικιαζόμενα σε ιδιώτες και μαγαζιά (πχ. Σπίτι της Ευρώπης, προσεχώς Δημητρακάκη). Ειδικά στο Ρέθυμνο, όπου η πόλη κατακλύζεται από τη βιομηχανία του τουρισμού, προς όφελος του ντόπιου κεφαλαίου και των κτηματομεσιτών, εκτοπίζοντας τους κατοίκους και τα φοιτητά και δημιουργώντας μια συνθήκη αποκλεισμού και εξαίρεσης, η ανάγκη για ύπαρξη ενός ανοιχτού κοινωνικού και πολιτιστικού χώρου στο κέντρο της πόλης είναι επιτακτική.

Λίγα λόγια για την ιστορία του στεκιού και τις διεκδικήσεις των Π.Ο.

Από την ίδρυση του Π.Κ. στο Ρέθυμνο, οι πολιτιστικές ομάδες δημιουργήθηκαν με αφορμή την ανάγκη για αδιαμεσολάβητη έκφραση και για σύνδεση με τα κοινωνικά και φοιτητικά κινήματα της εποχής. Μέσα από εμβληματικούς αγώνες και πρωτοβουλίες(π.χ. καταλήψεις Τιμίου Σταυρού, Ξενία, Δημητράκακη) κατάφεραν να αποτελέσουν αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας της πόλης και να συσπειρώσουν τον φοιτητικό κόσμο, δημιουργώντας μια πολιτιστική παράδοση, που ανατάραξε τα νερά της πόλης φέρνοντας σε επαφή τους ντόπιους με κουλτούρες ανθρώπων από όλη την Ελλάδα και τον κόσμο. Ένα από τα πάγια αιτήματα των ομάδων ήταν η απόκτηση ενός μόνιμου χώρου στην πόλη, που θα φιλοξενούσε όλες τις ομάδες ταυτόχρονα και θα ενίσχυε τη διασύνδεσή τους με την τοπική κοινωνία.

Το 2010, οι πολιτιστικές ομάδες απέκτησαν έναν χώρο στην πόλη, έστω και με ενοίκιο, ο οποίος τους έδωσε την ευκαιρία να αναπτύξουν πολυποίκιλες δραστηριότητες, ζώντας επτά χρόνια γεμάτα δημιουργία, κοινωνικοπολιτική ζύμωση και πολιτιστική παραγωγή. Ο χώρος αυτός λειτούργησε ως ένας ανοιχτός κόμβος για πρωτοβουλίες, πολιτικές συνελεύσεις και ομάδες που αντιπροσώπευαν την οριζοντιότητα, τον αντιεμπορευματικό χαρακτήρα, και την εναντίωση σε κάθε μια απτις κυρίαρχες καταπιέσεις που υφίστανται οι από κάτω. Όμως, το 2017, η δημιουργική αυτή περίοδος τερματίστηκε απότομα, καθώς οι ομάδες αναγκάστηκαν σε έξωση και το πανεπιστήμιο αδιαφόρησε επί της ουσίας για την άμεση αποκατάσταση της στέγασής τους. Από τότε, οι πολιτιστικές ομάδες στεγάζονται σε έναν μικρό και ανεπαρκή χώρο στην οδό Πατριάρχου Γρηγορίου, που είχε παραχωρηθεί ως κληροδότημα στο πανεπιστήμιο, και το οποίο δόθηκε ανεπίσημα για την αποθήκευση του εξοπλισμού, χωρίς θεσμική αναγνώριση και υπό συνεχή αβεβαιότητα. Το αίτημα για μόνιμο χώρο που να ανήκει στο πανεπιστήμιο και να βρίσκεται εντός της πόλης, παραμένει σταθερό και επίκαιρο.

Η σχέση που έχει κατακτηθεί μεταξύ πολιτιστικών ομάδων και πανεπιστημίου μέσα από όλα αυτά τα χρόνια αγώνων, αφορά την υποστήριξη των ομάδων απτη μεριά του ιδρύματος  -όπως και οφείλει- σε υλικό επίπεδο, χωρίς παρεμβάσεις ή απαίτηση πλήρους λογοδοσίας για το περιεχόμενο των δράσεων και πρωτοβουλιών μας. Για εμάς, η ιδιότυπη αυτή σχέση επικυρώνει μέσα από τις διαχρονικές μας διεκδικήσεις, το πώς αναγιγνώσκουμε τη σχέση μας με τον θεσμό. Εμείς δεν βλέπουμε ότι υπάρχουμε επειδή υπάρχει το πανεπιστήμιο, αλλά το πανεπιστήμιο και το κράτος υπάρχουν επειδή υπάρχουμε εμείς. Εμείς δημιουργούμε αυτόν τον κόσμο και γι’ αυτό μας ανήκει. Όχι ως δικαίωμα, αλλά ως αυτονόητη φυσική απόρροια της συλλογικής ζωής. Έτσι, αυτή η ιδιότυπη σχέση αφορά την διεκδίκηση να μας επιστρέφει το πανεπιστήμιο αυτό που εμείς του δίνουμε, την επανάκτηση του δημόσιου χώρου και κεφαλαίου προκειμένου να το διαχειριστούμε εμείς, ως ιστορικό υποκείμενο. 

Στα πλαίσια της ολοένα και εντεινόμενης καπιταλιστικής επίθεσης, το πανεπιστήμιο ως φορέας του κράτους και της αγοράς, επιβάλλει ένα μοντέλο διαχείρισης που προσομοιάζει όλο και περισσότερο με ιδιωτική επιχείρηση. Με πρόφαση την «εξυγίανση» και τον «εκσυγχρονισμό», απομακρύνει κάθε ζωντανό και ενεργό κύτταρο που δεν μπορεί να του αποδώσει οικονομικό κέρδος ή στάτους, ενισχύει την εξατομίκευση, την εντατικοποίηση και τη διάλυση των κοινοτήτων, προσπαθώντας παράλληλα να εμφανίσει ένα δημόσιο προφίλ που θα ευνοεί της ακαδημαϊκές μπίζνες και τη χρηματοδότησή του. Βλέπει τις πολιτιστικές ομάδες, και κατ’ επέκταση τη φοιτητική κοινότητα, ως ένα ακόμα προϊόν προς εκμετάλλευση, αναζητώντας τρόπους για να την αξιοποιήσει για την προβολή του. Υπαγορεύει το χρηστό ήθος, βαπτίζει το χαμαλίκι και την ανάθεση σε εθελοντισμό και μοιράζει βεβαιώσεις και συστατικές στους πρόθυμους που θα του βγάλουν τη δουλίτσα. Ως εκ τούτου, τα πραγματικά υποκείμενα που δίνουν υπόσταση στον θεσμό (η φοιτητική κοινότητα), αντιμετωπίζονται σαν εργαλεία μιας εταιρείας και μετατρέπονται αντίστοιχα σε εμπόρευμα ή πελάτες.

Δεν έχουμε καμία πρόθεση να επιτρέψουμε την εργαλειοποίησή μας ως «βιτρίνα» και «κοινωνικό πρόσωπο» του ιδρύματος, ούτε την οικειοποίηση της δραστηριότητάς μας από τις επιδιώξεις του πανεπιστημίου. Διεκδικούμε την ανάγκη μας να υπάρχουμε συλλογικά, συνδεδεμένα με την κοινωνία και όχι αποκομμένα σε ένα αποστειρωμένο campus, να εκφραζόμαστε και να δημιουργούμε παράγοντας πολιτισμό αδιαμεσολάβητα και αντιεμπορευματικά, δίχως τις επιταγές του πανεπιστημίου που θέλει να κατευθύνει τη συλλογική ταυτότητα των φοιτητών, μετατρέποντάς τους σε βιτρίνα του.Η στάση μας απέναντι στην ιδιωτικοποίηση της παιδείας, την εμπορευματοποίηση της φοιτητικής ζωής και την εξαφάνιση των συλλογικών μορφών έκφρασης είναι ξεκάθαρη: αγωνιζόμαστε για αδιαμεσολάβητη πρόσβαση στη γνώση, για αδιαμεσολάβητη πρόσβαση στον πολιτισμό, μακριά από τις επιταγές της αγοράς και του πανεπιστήμιου-επιχείρηση. Αγωνιζόμαστε για την επανοικειοποίηση όσων μας ανήκουν.

Απαιτούμε Άμεσα:

       Την παραχώρηση ενός από τους ιδιόκτητους χώρους του πανεπιστήμιου μέσα στην πόλη για μόνιμη στέγαση των πολιτιστικών ομάδων. (Όπως κτήριο Δημητρακάκη, σπίτι της Ευρώπης)

       Την επισκευή του κτιρίου επί της Πατριάρχου Γρηγορίου, αφ’ ότου έχει εξασφαλιστεί προσωρινά χώρος για στέκι, έστω και με ενοίκιο.

Ανοιχτή Συνέλευση Υπεράσπισης του Στεκιού Πολιτιστικών Ομάδων

Δράσεις/Εκδηλώσεις Στεκιού Πολιτιστικών Ομάδων